Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2011

Ατύχημα

Μια φορά κι έναν καιρό ένα τεράστιο παιδί μου χάρισε το ζεστό της αίμα/
και μπήκα στο παραμύθι της σαν λευκός κύκνος/
από το παράθυρο/
όμως εκείνη ήταν άγγελος/
και κρύωνε/
και δεν άντεχε το παράλογο/
και τα βράδια που ανάβαμε τζάκι στο κρεβάτι της/
καίγονταν τα φτερά της/
κι εγώ είχα αστάθεια στο βλέμμα/
όμως εκείνη κάτι βρήκε και ερωτεύτηκε/
τη φωνή μου/
εγώ πάλι τα κόκκινα μάτια της/
κι εκείνη μου σκελέτωνε το μέλι που έσταζα/
έκοβε με το μαχαίρι και μοίραζε τα λόγια μου/
γιατί σαν άνεμος και νερό που ήταν/
της άρεσαν τα τραγούδια και/
ήξερε από την παλιά ζωή της/
«πως ένα κορμί δεν είναι μόνο αγκαλιά/
είναι μια πατρίδα που θα γίνει/
ξενητιά»/.

2 σχόλια:

  1. ήθελα να σου γράψω μερικές καφρίλες αλλά είναι πολύ όμορφο το ποίημα.

    Υ.γ καλά είσαι μεγάλο όργιο ! με τρόμαξες με τον τίτλο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Τουρνέ, ζούμε στη χώρα του υπαρκτού σουρεαλισμού...τι άλλο περίμενες; τις φαντάζομαι τις καφρίλες σου όμως, είναι σαν να τις είπες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή